Ἡ κύστη κόκκυγος ταξινομεῖται στίς παθήσεις μαλακῶν μορίων. Εἶναι μία συγγενής (ἐκ γενετῆς) διαμαρτία καί ἀφορᾶ τήν παραμονή στήν κοκκυγική περιοχή – κατώτερο σημεῖο τῆς σπονδυλικῆς χώρας – ἐμβρυϊκοῦ ἱστοῦ (κοιλότητα συνδετικοῦ ἱστοῦ μέ τρίχες).
Παρατηρεῖται συχνότερα στίς Μεσογειακές χῶρες καί Λατινική Ἀμερική, εἶναι δέ σχεδόν ἄγνωστη στίς Σκανδιναβικές χῶρες καί Ἰαπωνία.
Ἐκδηλώνεται συνήθως στήν ἐφηβική ἡλικία – πολύ συχνά τό πρῶτο σύμπτωμα εἶναι ἡ φλεγμονή και ὁ σχηματισμός ἀποστήματος στήν κοιλότητα τῆς κύστεως. Ἄν δεν ἀντιμετωπισθεῖ μπορεῖ νά ἐπέλθει αὐτόματη ἔξοδος πυώδους περιεχομένου καί τριχῶν μέ τόν σχηματισμό συριγγίων στό δέρμα.
Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς καταστάσεως αὐτῆς εἶναι χειρουργική – παρατηρεῖται ἕνα ποσοστό 5 % μικρῶν κύστεων κόκκυγος οἱ ὁποῖες δέν θά ἀπαιτήσουν τελικά χειρουργική ἀντιμετώπιση λόγῳ τῶν πολύ ἥπιων συμπτωμάτων.
Ἡ χειρουργική ἐπέμβαση ἔγκειται στήν πλήρη ἐκτομή τοῦ ἐμβρυϊκοῦ ἱστοῦ. Ἡ ἐπέμβαση αὐτή πρέπει νά γίνεται ὅταν ἡ κύστη δέν ἐμφανίζει κανένα σημεῖο φλεγμονῆς, πραγματοποιεῖται δέ μέ ἀναισθησία (συνήθως ἐπισκληρίδιο), λόγῳ τοῦ ὅτι ἡ ριζική ἐκτομή πρέπει νά φθάσει σέ βάθος μέχρι τήν κοκκυγική περιτονία.
Ἡ σύγκλειση τῆς κοιλότητος πού προκύπτει ἀπό τήν ἀφαίρεση τῆς κύστεως κόκκυγος εἶναι προτιμώτερο νά ἐπιτευχθεῖ χωρίς τήν τοποθέτηση ραμμάτων.
Ἐάν ἡ ἐκτομή τῆς κύστεως κόκκυγος εἶναι πλήρης δέν παρατηρεῖται ὑποτροπή. Ἡ διαδικασία τῆς ἐπουλώσεως εἶναι ἐντελῶς ἀνώδυνη. Τό χρονικό διάστημα πού ἀπαιτεῖται γιά τήν πλήρη ἐπούλωση μπορεῖ νά φθάσει τίς 40 ἡμέρες, ὁ ἔφηβος ἀσθενής ὅμως ἐπανέρχεται σέ πλήρη ἀθλητική δραστηριότητα σέ 11 ἡμέρες.
Ἡ ἐπουλωτική διαδικασία μπορεῖ νά ἐπιταχυνθεῖ πολύ σημαντικά μέ τήν χρήση μεθόδων ἀναγεννητικῆς ἰατρικῆς – χρήση αὐξητικῶν παραγόντων καί βιολογικῶν μεμβρανῶν πού λαμβάνονται ἀπό τόν ἴδιο τόν ἀσθενῆ μέ τήν μέθοδο PRF (Platelet – rich Fibrin).