Τό μελάνωμα ὑπολογίζεται σέ 1% – 3% ὅλων τῶν κακοήθων ὄγκων τοῦ ἀνθρώπου, ἡ συχνότητά του ὅμως αὐξάνεται μέ ρυθμό μεγαλύτερο ἀπό κάθε ἄλλη μορφή νεοπλασίας σήμερα στίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες, ἐξαιρουμένου τοῦ καρκίνου τοῦ πνεύμονος στίς γυναῖκες.
Ἡ ἐτήσια αὔξηση τῆς ἐπίπτωσης τοῦ μελανώματος ὑπολογίζεται σέ 7%, συγκρινομένη μέ ἀντίστοιχη αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ κατά 1.17%.
Ἡ τάση αὐτή ἀντικατοπτρίζεται στήν δραματική αὔξηση τοῦ κινδύνου ἐμφανίσεως μελανώματος κατά τήν διάρκεια τῆς ζωῆς ἑνός λευκοῦ ἀτόμου. Ὁ κίνδυνος αὐτός ὑπολογιζόταν σέ 1 : 1500 τό 1935, 1 : 250 τό 1980, 1 : 75 τό 2001 καί 1 : 38 σήμερα.
Tό μελάνωμα τοῦ δέρματος εἷναι σήμερα ἡ τέταρτη σέ συχνότητα νεοπλασία στήν Αυστραλία καί Νέα Ζηλανδία, ἡ δέκατη στίς ΗΠΑ, Καναδά καί Σκανδιναυΐα καί ἡ δέκατη ὄγδοη στήν Μεγάλη Βρεττανία, ὅλες χῶρες μέ κυρίως Καυκάσιο πληθυσμό.
Ἡ Καυκασία φυλή ἔχει τήν μεγαλύτερη ἐπίπτωση μελανώματος τοῦ δέρματος, ἐνῶ τό μελάνωμα τῶν βλεννογόνων εἷναι συχνότερο στήν νεγροειδῆ καί σέ Ἀσιατικές φυλές.
Ἄν καί ἡ ἐπίπτωση τοῦ μελανώματος αὐξάνει αὐξανομένης τῆς ἀποστάσεως ἀπό τούς πόλους, τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπίπτωση τοῦ μελανώματος στήν Ἰταλία εἷναι ἀπό τίς μικρότερες σέ ἄτομα τῆς Καυκασίας φυλῆς, ὑποδηλώνει τόν ἐπιπλέον σημαντικό ρόλο τῶν φαινοτυπικῶν χαρακτηριστικῶν στήν γένεσή του.
Ὁ ρόλος τῆς ὑπεριώδους ἀκτινοβολίας στήν ἀνάπτυξη τοῦ μελανώματος δέν εἷναι τόσο σαφής ἀπό ἐπιδημιολογική ἄποψη, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ καρκίνου τοῦ δέρματος.
Παρατηρήσεις πού συσχετίζουν τήν ἐπίπτωση τοῦ μελανώματος μέ τήν ἔκθεση στήν ὑπεριώδη ἀκτινοβολία B κατά τήν παιδική ἡλικία καί ἐφηβεία, καθώς καί μέ τήν αὐξημένη χρήση τεχνητῶν πηγῶν ὑπεριώδους ἀκτινοβολίας, ἀλλά καί ἡ αὐξημένη ἐπίπτωση μελανώματος σέ ἄτομα μέ τό σύνδρομο τῆς μελαγχρωματικῆς ξηροδερμίας, ἀποτελοῦν ἐνδείξεις ὅτι ἡ συσσωρευμένη ἐπίδραση τῆς ὑπεριώδους ἀκτινοβολίας συσχετίζεται κατά κάποιον τρόπο μέ τήν ἐπίπτωση τοῦ μελανώματος.
Παρ’ ὅλα αὐτά, τό μελάνωμα εἶναι συχνότερο σέ ἄτομα πού ἐργάζονται σέ γραφεῖα (indoors workers), σέ ἀντίθεση μέ τά καρκινώματα τοῦ δέρματος πού εἶναι πολύ συχνότερα σέ ἄτομα πού ἐργάζονται στήν ὔπαιθρο. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ ὑπεριώδης ἀκτινοβολία A διαπερνᾶ ἐλεύθερα τά τζάμια τῶν γραφείων καί τῶν αὐτοκινήτων, ἀλλά ὄχι ἡ ὑπεριώδης ἀκτινοβολία Β. Ἐπί πλέον, τά περισσότερα μελανώματα ἐμφανίζονται σέ περιοχές τοῦ σώματος πού δέν ἐκτίθενται στόν ἥλιο (κορμός, πέλματα, μασχαλιαῖες χῶρες).